Ολόκληρο το κείμενο του εφαρμοστικού νόμου
Ο εφαρμοστικός νόμος παραδόθηκε στα κόμματα, προκειμένου να τον μελετήσουν, ώστε να είναι σε θέση να εκφράσουν άποψη στη συζήτησης που θα διεξαχθεί την προσεχή εβδομάδα στο Κοινοβούλιο. Στα άρθρα και τις παραγράφους του εξειδικεύονται τα μέτρα και το ακριβές περιχεόμενο του μεσοπρόθεσμου προγράμματος. Κυρίαρχη αντίληψη, στην αντιμετώπιση της κρίσης, παραμένει η αύξηση των φόρων, η θέσπιση νέων με την μορφή των εκτάκτων εισροών και η εισαγωγή νέων θεσμών και καταστάσεων στον τομέα της απασχόλησης στο δημόσιο τομέα.
Ο εφαρμοστικός νόμος παραδόθηκε στα κόμματα, προκειμένου να τον μελετήσουν, ώστε να είναι σε θέση να εκφράσουν άποψη στη συζήτησης που θα διεξαχθεί την προσεχή εβδομάδα στο Κοινοβούλιο. Στα άρθρα και τις παραγράφους
Ο εφαρμοστικός νόμος παραδόθηκε στα κόμματα, προκειμένου να τον μελετήσουν, ώστε να είναι σε θέση να εκφράσουν άποψη στη συζήτησης που θα διεξαχθεί την προσεχή εβδομάδα στο Κοινοβούλιο. Στα άρθρα και τις παραγράφους του εξειδικεύονται τα μέτρα και το ακριβές περιχεόμενο του μεσοπρόθεσμου προγράμματος. Κυρίαρχη αντίληψη, στην αντιμετώπιση της κρίσης, παραμένει η αύξηση των φόρων, η θέσπιση νέων με την μορφή των εκτάκτων εισροών και η εισαγωγή νέων θεσμών και καταστάσεων στον τομέα της απασχόλησης στο δημόσιο τομέα.
Δημοσιονομικά Μέτρα για την εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής
Επέκταση επιδόματος κοινωνικής αλληλεγγύης συνταξιούχων
1. Η περίπτωση α) της παραγράφου 1 του άρθρου Μόνου της υπ'αριθ. Φ11321/15646/1198/2010 (Β'1623) Κοινής Απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας αντικαθίσταται ως εξής:
«β) Το συνολικό καθαρό ετήσιο εισόδημα από συντάξεις (κύριες, επικουρικές και βοηθήματα), μισθούς, ημερομίσθια και λοιπά επιδόματα που χορηγήθηκαν σε μισθωτό να μην υπερβαίνει τις εννιά χιλιάδες διακόσια ευρώ (9.200.000 ευρώ).»
2. Η περίπτωση β) της παραγράφου 3 του άρθρου Μόνου της υπ'αριθ. Φ11321/15646/1198/2010 Κοινής Απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας αντικαθίσταται ως εξής:
«β) Για συνολικά ποσά εισοδήματος από ετπά χιλιάδες εξακόσια επτά ευρώ και πενήντα πέντε λεπτά (7.607,55 ευρώ) μέχρι του ποσού των εννέα χιλιάδων διακοσίων ευρώ (9.200,00 ευρώ), καταβάλλεται ποσό μηνιαίου επιδόματος (ΕΚΑΣ) σύμφωνα με τα παρακάτω:
βα) Από επτά χιλιάδες εξακόσια επτά ευρώ και πενήντα πέντε λεπτά (7.607,55 ευρώ) μέχρι του ποσού των επτά χιλιάδων εννιακοσίων πέντε ευρώ και ενενήντα ενός λεπτών (7.905,91 ευρώ) ποσό εκατόν εβδομήντα δύο ευρώ και πενήντα λεπτών (172,50 ευρώ).
ββ) Από επτά χιλιάδες εννιακόσια πέντε ευρώ και ενενήντα δύο λετπά (7.905,92 ευρώ) και μέχρι του ποσού των οκτώ χιλιάδων εκατόν τεσσάρων ευρώ και εβδομήντα έξι λεπτών (8.104,76 ευρώ) ποσό εκατόν δέκα πέντε ευρώ (115,00 ευρώ).
βγ) Από οκτώ χιλιάδες εκατόν τέσσερα ευρώ και εβδομήντα επτά λεπτά (8.104,77 ευρώ) μέχρι του ποσού των οκτώ χιλιάδων τριακοσίων πενήντα τριών ευρώ και τριάντα οκτώ λεπτών (8.353,38 ευρώ) ποσό πενήντα επτά ευρώ και πενήντα λεπτών (57,50 ευρώ).
βδ) Από οκτώ χιλιάδες τριακόσια πενήντα τρία ευρώ και τριάντα εννέα λεπτά (8.353,39 ευρώ) μέχρι του ποσού των εννέα χιλιάδων διακοσίων ευρώ (9.200,00 ευρώ) ποσό τριάντα ευρώ (30,00 ευρώ). Ειδικά για την κατηγορία αυτή, το ποσό της περίπτωσης γ) της παραγράφου 1 δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το ποσό των δεκατριών χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ (13.500 ευρώ).»
3. Η ισχύς των παραγράφων 1 και 2 αρχίζει την πρώτη ημέρα του επόμενου της δημοσίευσης του παρόντος νόμου μήνα.
Ρυθμίσεις για τον περιορισμό των προσλήψεων στους κρατικούς φορείς
1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 10 του ν. 3833/2010, αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Ο διορισμός των επιτυχόντων σε διαδικασίες επιλογής τακτικού προσωπικού του ΑΣΕΠ και των φορέων, για τους οποίους έχουν εκδοθεί οριστικοί πίνακες αποτελεσμάτων μετά την 1-1-2009, πραγματοποιείται σταδιακά βάσει σειράς επιτυχίας μέχρι την 31-12-2015.»
2. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 3833/2010, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Από την 1η Ιανουαρίου 2011 και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2015, ο αριθμός των ετήσιων προσλήψεων και διορισμών του μονίμου προσωπικού και του προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στους φορείς της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3812/2009 δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος συνολικά από το λόγο ένα προς πέντε (μία πρόσληψη ανά πέντε αποχωρήσεις), στο σύνολο των φορέων με εξαίρεση το έτος 2011, για το οποίο ο λόγος θα είναι ένα προς δέκα.»
3. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 11 του Ν. 3833/2010, όπως αντικαταστάθηκε και αναριθμήθηκε με την παρ. 4δ του άρθρου 3 του ν. 3899/2010, αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Οι εγκρίσεις πρόσληψης προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και συμβάσεων μίσθωσης έργου για το έτος 2011 περιορίζονται κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) σε σχέση με τις αντίστοιχες εγκρίσεις του έτους 2010 και κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) κατ' έτος για τα έτη έως και το 2015.
Οι ανωτέρω περιορισμοί δεν ισχύουν για τις εγκρίσεις πρόσληψης προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και συμβάσεων μίσθωσης έργου που εντάσσονται στο πλαίσιο ερευνητικών, αναπτυξιακών συμβολαίων και συγχρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τρίτους έργων, εφόσον η μισθοδοσία του ως άνω προσωπικού δεν επιβαρύνει καθ' οιονδήποτε τρόπο το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης.
4. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 51 του ν. 3528/2007 (Υπαλληλικός Κώδικας -Α' 26), αντί των λέξεων «δύο (2) ετών» τίθεται οι λέξεις «πέντε (5) ετών».
5. Το τακτικό προσωπικό που απασχολείται στο Δημόσιο σε Ν.Π.Δ.Δ. και τους Ο.Τ.Α. α' και β' βαθμού μπορεί να ζητήσει με αίτησή του τη μείωση των ωρών εργασίας του μέχρι και 50%, με ανάλογη μείωση των αποδοχών του, για χρονική διάρκεια μέχρι πέντε (5) έτη.
Με την αίτηση του ο υπάλληλος προσδιορίζει, εάν επιθυμεί τη μείωση της ημερήσιας απασχόλησης ή των εργάσιμων ημερών.
Σε κάθε περίπτωση, ως χρόνος πραγματικής και συντάξιμης δημόσιας υπηρεσίας για κάθε νόμιμη συνέπεια, υπολογίζεται μόνο ο χρόνος πραγματικής απασχόλησης.
6. Οι περιορισμοί που προβλέπονται στα άρθρα 31 και 32 του ν. 3528/2007 όπως ισχύει και το ασυμβίβαστο που προβλέπεται στο άρθρο 34 του ίδιου νόμου έχουν εφαρμογή και στους υπαλλήλους που κάνουν χρήση των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου.
7. Τυχόν πλεονάζον προσωπικό των νομικών προσώπων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου Α' του ν. 3429/2005 (Α' 314) εντάσσεται σε πίνακες κατάταξης που καταρτίζονται, χωριστά για κάθε νομικό πρόσωπο από το Α.Σ.Ε.Π., με βάση αντικειμενικά και αξιοκρατικά κριτήρια (όπως τυπικά προσόντα, εμπειρία, οικογενειακή κατάσταση, ηλικία, προϋπηρεσία, ειδικές γνώσεις κ.λπ.). Με Προεδρικό Διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, καθορίζονται τα αντικειμενικά και αξιοκρατικά κριτήρια που προβλέπονται στο προηγούμενο εδάφιο, η διαδικασία κατάρτισης του πίνακα και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
Το προσωπικό που περιλαμβάνεται στους ανωτέρω πίνακες κατάταξης συνεχίζει να λαμβάνει για 12 μήνες από τον χαρακτηρισμό του ως πλεονάζοντος προσωπικού αποδοχές ίσες με το 60% του βασικού μισθού του.
Από τους εν λόγω πίνακες κατάταξης, το ανωτέρω προσωπικό:
α) εφόσον συνάψει σχέση εξαρτημένης εργασίας με άλλο εργοδότη, διαγράφεται οριστικά από τον πίνακα κατάταξης.
β) μπορεί να μεταφέρεται ύστερα από αίτηση με την ίδια σχέση εργασίας εφόσον υπάρχουν αιτήματα για πλήρωση τακτικών θέσεων υπηρεσιών και φορέων του δημόσιου τομέα, σε ποστό 10% των ετήσιων προσλήψεων με βάση τα απολογητικά στοιχεία του προηγούμενου έτους, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις του άρθρου 11 του ν. 3833/2010.
γ) επιλέγεται ύστερα από αίτηση του κατά προτεραιότητα σε ποσοστό 30% επί του συνόλου των εκάστοτε θέσεων που προκηρύσσονται για απασχόληση προσωπικού ορισμένου χρόνου σε υπηρεσίες και φορείς του δημόσιου τομέα.
δ) προηγείται έναντι όλων των λοιπών κατηγοριών για την επιλογή υποψηφίων για μερική απασχόληση, σύμφωνα με το ν. 3250/2004, εφόσον υποβάλει αίτηση.
ε) μπορεί κατ' εξαίρεση να αποχωρήσει με εθελουσία έξοδο με βάσει ειδικό πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης καθορίζονται ο φορέας που επιβαρύνεται με την καταβολή των αποδοχών στο προσωπικό, ο τρόπος καταβολής των αποδοχών, ο τρόπος κατάρτισης του πίνακα, ο χρόνος ισχύος του, και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
Δημοσιονομικές ρυθμίσεις
1. Για τους ασφαλισμένους του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων (Τ.Π.Δ.Υ.), που εξήλθαν ή θα εξέλθουν της Υπηρεσίας από 1-1-2011 και μετά, το ποσό του εφάπαξ βοηθήματος που χορηγεί το Ταμείο αυτό, σύμφωνα με τις καταστατικές του διατάξεις, μειώνεται κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).
2. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν. 3205/2003 (Α' 297), όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ν. 3833/2010 (Α' 40), αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι κατά τα ως άνω ώρες απογευματινής υπερωριακής εργασίας δεν μπορεί να υπερβαίνουν τις είκοσι (20) ώρες μηνιαίως ανά υπάλληλο.»
3. α) Καθιερώνεται ειδική εισφορά αλλελεγγύης για την καταπολέμηση της ανεργίας. Η εισφορά αυτή υπολογίζεται σε ποσοστό δύο τοις εκατό (2%) επί των τακτικών αποδοχών και πρόσθετων αμοιβών και αποζημιώσεων όλων των μισθοδοτούμενων υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α., καθώς και των υπαλλήλων όλων ανεξαιρέτως των Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών και των Ν.Π.Ι.Δ.
β) Καθιερώνεται ειδική εισφορά, πέραν των προβλεπομένων, υπέρ του Ταμείου Πρόνοιας των Δημοσίων Υπαλλήλων. Η εισφορά αυτή υπολογίζεται σε ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) επί των τακτικών αποδοχών και πρόσθετων αμοιβών και αποζημιώσεων όλων των δικαιούχων υπαλλήλων του Ταμείου.
4. Το άρθρο 1 του ν.δ. 391/1969 (Α' 281) καταργείται.
5. Το συνολικό ποσό των προβλεπόμενων στα άρθρα 259 και 260 του ν. 3852/2010 Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ) των Δήμων και Περιφερειών που εγγράφεται στον κρατικό προϋπολογισμό δεν μπορεί να υπερβαίνει κατ' έτος το ποσό των πέντε δισεκατομμυρίων τριακοσίων εκατομμυρίων (5.300.000.000) ευρώ.
Ρυθμίσεις αρμοδιότητας υπουργείων Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για την εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου πλαισίου Δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015
Μετατροπή σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου σε σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου
Σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, η οποία περιλαμβάνει όρο για πρόωρη καταγγελία της με εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας ως προς την αποζημίωση απόλυσης για τις συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου, κατά τις διατάξεις του ν. 2112/1920, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 74 παρ. 2 και 3 του ν. 3863/2010 (Α' 115), μετατρέπεται αυτοδικαίως σε σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου κατά την καταγγελία.
Ρυθμίσεις για τους εργαζόμενους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου
Το άρθρο 3 του Π.Δ. 180/2004 (Α' 160), το οποίο είχε τροποποιήσει το άρθρο 5 του Π.Δ. 81/2003 (Α' 77) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η χωρίς περιορισμό ανανέωση συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου είναι επιτρεπτή, αν δικαιολογείται από έναν αντικειμενικό λόγο. Αντικειμενικός λόγος υφίσταται ιδίως:
Αν δικαιολογείται από τη μορφή ή το είδος ή τη δραστηριότητα του εργοδότη ή της επιχείρησης, ή από ειδικούς λόγους ή ανάγκες, εφόσον τα στοιχεία αυτά προκύπτουν αμέσως ή εμμέσως από την οικεία σύμβαση, όπως η προσωρινή αναπλήρωση μισθωτού, η εκτεέλεση εργασιών παροδικού χαρακτήρα, η προσωρινή σώρευση εργασίας, ή η ορισμένη διάρκεια βρίσκεται σε συνάρτηση με εκπαίδευση ή κατάρτιση, ή γίνεται με σκοπό τη διευκόλυνση μετάβασης του εργαζομένου σε συναφή απασχόληση, ή γίνεται για την πραγματοποίηση συγκεκριμένου έργου ή προγράμματος ή συνδέεται με συγκεκριμένο γεγονός, ή αναφέρεται στον τομέα των επιχειρήσεων αεροπορικών μεταφορών και επιχειρήσεων που ασκούν δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών αεροδρομίου εδάφους και πτήσης.
2. Σε κάθε περίπτωση, οι λόγοι οι οποίοι δικαιολογούν την ανανέωση της σύμβασης ή σχέσης εργασίας ορισμένης χρονικής διάρκειας πρέπει να αναφέρονται στη σχετική συμφωνία των μερών, η οποία συνάπτεται εγγράφως, ή να προκύπτουν ευθέως από αυτήν.
Αντίγραφο της συμφωνίας αυτής πρέπει να παραδίδεται στον εργαζόμενο αμελλητί μετά την έναρξη της προσφοράς της εργασίας του. Ο έγγραφος τύπος της ανωτέρω συμφωνίας δεν είναι απαραίτητος, όταν η ανανέωση της σύμβασης ή σχέσης εργασίας έχει εντελώς ευκαιριακό χαρακτήρα και δεν έχει διάρκεια μεγαλύτερη των δέκα (10) εργασίμων ημερών.
3. Σε περίπτωση μη συνδρομής αντικειμενικού λόγου, όπως αυτός ορίζεται στην παράγραφο 1 του παρόντος και εφόσον η χρονική διάρκεια των
Αλλες διατάξεις
1. Συνιστάται στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) Ειδικός Λογαριασμός Ανεργίας υπέρ των Αυτοτελώς και Ανεξαρτήτως Απασχολουμένων με οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια. Σκοπός του λογαριασμού είναι η χορήγηση βοηθήματος σε περιπτώσεις αποδεδειγμένης διακοπής του επαγγέλματος και για χρονικό διάστημα τουλάχιστον τριών μηνών. Από 01-08-2011 θεσπίζεται μηνιαία εισφορά ποσού ύψους 10,00 ευρώ που καταβάλλεται από τους ασφαλισμένους - αυτοτελώς και ανεξάρτητα απασχολούμενους των ασφαλιστικών οργανισμών ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ, ΕΤΑΠ-ΜΜΕ υπέρ του κλάδου αυτού. Η εισφορά συνβεβαιώνεται και συνεισπράτεται από τα οικεία ταμεία με τις λοιπές εισφορές και αποδίδεται στον ΟΑΕΔ μέχρι το τέλος του μεπεθόπομενου μήνα από το μήνα που καταβάλλεται. Με απόφαση του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης μετά γνώμη των Διοικητικών Συμβουλίων των αρμοδίων Οργανισμών και γνώμη του ΣΚΑ θεσπίζεται κάθε αναγκαία ρύθμιση για την υλοποίηση του παρόντος.
2. Στο τέλος του άρθρου 14 του π.δ. 258/2005 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Από 01-01-2013 θεσπίζεται εισφορά υπέρ ΟΑΕΕ ανά κλάδο επιχείρησης ως ποσοστό επί των ετησίων εσόδων (τζίρου) της επιχείρησης. Το ποσοστό εισφοράς καθορίζεται με απόφαση των υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης μετά από ειδική οικονομική μελέτη του υπουργείου Οικονομικών και γνώμη του ΣΚΑ».
3. α. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Από τις παραπάνω ασφαλιστικές κατηγορίες οι πέντε πρώτες είναι υποχρεωτικές και οι υπόλοιπες προαιρετικές».
β. Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«2. Οι ασφαλισμένοι κατατάσσονται στην 1η ασφαλιστική κατηγορία και μετατάσσονται στις επόμενες και μέχρι την 5η υποχρεωτική κατηγορία ανά τριετία, με εξαίρεση τη μετάταξη από τη 1η στη 2η υποχρεωτική κατηγορία, η οποία πραγματοποιείται μετά από πέντε έτη ασφάλισης.
Οι ασφαλισμένοι με αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται οποτεδήποτε στον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, μπορούν να επιλέξουν ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία από αυτή που υπάγονται υποχρεωτικά κατά τα ανωτέρω ή, εφόσον βρίσκονται σε ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία, να επιλέξουν κατώτερη. Στην τελευταία περίπτωση κατατάσσονται στην ασφαλιστική κατηγορία στην οποία θα υπάγονται υποχρεωτικά, εάν δεν είχαν επιλέξει ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία.
Σε κάθε περίπτωση η μετάταξη από κατηγορία σε κατηγορία γίνεται από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από τη συμπλήρωση της ως άνω πενταετίας ή τριετίας ή από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από την υποβολή της αίτησης του ασφαλισμένου για αλλαγή ασφαλιστικής κατηγορίας.
Ο χρόνος ασφάλισης στον Κλάδο Πρόσθετης Ασφάλισης δεν συνυπολογίζεται για την κατάταξη των ασφαλισμένων στις ασφαλιστικές κατηγορίες του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών.
Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρούσας, η μετάταξη των ασφαλισμένων γίνεται, επιφυλασσομένων των οριζομένων στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, στην αμέσως επόμενη ασφαλιστική κατηγορία, μη υπολογιζομένων τυχόν πλεοναζώντων ετών ασφάλισης σε κάθε ασφαλιστική κατηγορία».
Η διάταξη αυτή ισχύει από 01-01-2012.
4. Στους ασφαλισμένους του Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του ΤΠΔΥ και του Κλάδου Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ του ΤΑΥΤΕΚΩ, που εξήλθαν ή θα εξέλθουν της Υπηρεσίας, από 1-1-2010 και μετά, το ποσό του εφάπαξ βοηθήματος που χορηγούν τα Ταμεία αυτά, σύμφωνα με τις καταστατικές τους διατάξεις, μειώνεται κατά ποσοστό 10% και 15% αντίστοιχα σε όσους δεν έχει εκδοθεί η σχετική απόφαση χορήγησης του εφάπαξ βοηθήματος.
5. Η παράγραφος 1 του άρθρου 51 του ν. 2084/92 (ΦΕΚ Α' 165), τροποποιείται ως εξής:
«1. Προκειμένου για μισθωτούς, το ποσό της μηνιαίας σύνταξης λόγω γήρατος ή αναπηρίας για χρόνο ασφάλισης 35 ετών ή 10.500 ημερών δεν μπορεί να υπερβαίνει, συμπεριλαμβανομένων των οικογενειακών επιδομάτων, το 80% των κατά τις οικείες διατάξεις των φορέων και τις διατάξεις του άρθρου 50 του παρόντος μηνιαίων συντάξιμων αποδοχών, ούτε το τετραπλάσιο του κατά το έτος 1991 μέσου μηνιαίου κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. αναπροσαρμοσμένου με το εκάστοτε ποσοστό αυξήσεως των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων».
6. Η παράγραφος 2 του άρθρου 51 του ν. 2084/92 (ΦΕΚ Α' 165), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 25 του ν. 3863/2010, τροποποιείται ως εξής:
«2. Το ποσό της σύνταξης για όσους παραμένουν στην υπηρεσία μετά τη συμπλήρωση 35ετούς συντάξιμου χρόνου αυξάνεται κατά 2,5% για κάθε πλήρες έτος ασφάλισης ή 300 ημέρες υπηρεσίας πέραν του 35ου έτους έως και του 37ου και κατά 3,5% για κάθε πλήρες έτος ασφάλισης ή 300 ημέρες υπηρεσίας και πέραν του 37ου έτους μέχρι και του 40ου. Η προσαύξηση αυτή χορηγείται και πέραν του 80% των συντάξιμων αποδοχών της προηγούμενης παραγράφου, το ποσό όμως της σύνταξης δεν μπορεί να υπερβαίνει το τετραπλάσιο του κατά το έτος 1991 μέσου μηνιαίου των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων. Από τις διατάξεις της παραγράφου αυτής εξαιρείται το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, για το οποίο έχουν εφαρμογή διατάξεις της νομοθεσίας του.».
7. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 29 του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ Α' 165), όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του από το τρίτο εδάφιο της παρ. 2α του άρθρου 3 του ν. 3029/2002 (ΦΕΚ Α' 160) αντικαθίσταται ως εξής:
«Το κατά τα προηγούμενα εδάφια υπολογιζόμενο ποσό της μηνιαίας σύνταξης δεν μπορεί να υπερβαίνει, συμπεριλαμβανομένων των προσαυξήσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 30 του νόμου αυτού, το τετραπλάσιο του κατά το έτος 1991 μέσου μηνιαίου κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. αναπροσαρμοσμένου με το εκάστοτε ποσοστό αυξήσεως των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων».
8. Οι προβλεπόμενες από τις διατάξεις του άρθρου 32 παρ. 1 εδάφ. α' του ν.δ. 2961/1954 (Α' 197), όπως διαμορφώθηκαν με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 44 του ν. 2084/1992 (Α' 165), εισφορές εργοδότη και εργαζόμενου αυξάνονται κατά 0,50% αντιστοίχως και υπολογίζονται επί των αναφερόμενων στις διατάξεις αυτές αποδοχών των μισθωτών, ανεξαρτήτως χρόνου υπαγωγής τους στην ασφάλιση. Η ισχύς της διάταξης αυτής αρχίζει την 1-8-2011.
9. Από 1.8.2011, τα ποσοστά των περιπτώσεων (β) έως και (η) της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του ν. 3863/2010 (ΦΕΚ 115 Α'), καθώς και της παραγράφου 2 του άρθρου 11 του ν. 3865/2010 (ΦΕΚ 120 Α') αναπροσαρμόζονται σε 6%, 7%, 9%, 10%, 12%, 13% και 14% αντίστοιχα.
10. α) Από 1.8.2011, στους συνταξιούχους του Δημοσίου, του ΝΑΤ και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (Φ.Κ.Α.) αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης που δεν έχουν συμπληρώσει το 60ο έτος ηλικίας κατά την καταβοή της κύριας σύνταξης, παρακρατείται επιπλέον μηνιαία εισφορά ως εξής:
i. Για συντάξεις από 1.700,01 ΕΥΡΩ έως 2.300,00 ΕΥΡΩ, ποσοστό 6%,
ii. Για συντάξεις από 2.300,01 ΕΥΡΩ έως 2.900,00 ΕΥΡΩ ποσοστό 8% και
iii. Για συντάξεις από 2.900,01 ΕΥΡΩ και άνω, ποσοστό 10%.
β) Οι παρακρατήσεις υπολογίζονται στο συνολικό ποσό της σύνταξης, όπως διαμορφώνεται μετά την παρακράτηση της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων της προηγούμενης παραγράφου.
γ) Εξαιρούνται της ανωτέρω εισφοράς όσοι έχουν συνταξιοδοτηθεί λόγω αυτοδίκαιης λύσης της εργασιακής σχέσης ή αποστρατεύθηκαν με πρωτοβουλία της Υπηρεσίας και οι συνταξιούχοι λόγω αναπηρίας ή γήρατος που λαμβάνουν το Εξωιδρυματικό Επίδομα ή το Επίδομα Απολύτου Αναπηρίας του άρθρου 42 του ν. 1140/1981 (ΦΕΚ 68Α'), όπως ισχύει.
δ) Η παραπάνω παρακράτηση διακόπτεται το επόμενο μήνα από τη συμπλήρωση του 60ου έτους ηλικίας.
ε) Για την πρώτη κατηγορία το ποσό της σύνταξης μετά την παρακράτηση της επί πλέον εισφοράς δεν μπορεί να υπολείπεται των χιλίων επτακοσίων ευρώ (1.700 ΕΥΡΩ).
στ) Τα ποσά του παρακρατούνται με ευθύνη των φορέων αποδίδονται σε Λογαριασμό του ΑΚΑΓΕ το αργότερο μέχρι το τέλος του επομένου, από την παρακράτηση, μήνα.
Κατά τα λοιπά, ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 38 του ν. 3863/2010 και του άρθρου 11 του ν. 3865/2010.
11. Από 1.8.2011, οι διατάξεις των παραγράφων 9 και 10 εφαρμόζονται και στους συνταξιούχους του ΕΤΑΤ που λαμβάνουν σύνταξη σε υποκατάσταση κύριας.
12. α) Από 1.9.2011 θεσπίζεται Ειδική Εισφορά Συνταξιούχων Επικουρικής Ασφάλισης, η οποία τηρείται σε λογαριασμό με οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια, στο Ασφαλιστικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης Γενεών (ΑΚΑΓΕ), το οποίο συστάθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 149 του ν. 3655/2008 (ΦΕΚ 58 Α').
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου